Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „busseln“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Bussel <-s, -(n)> [ˈbʊsəl] SUBST ουδ ιδιωμ A

Bussel s. Bussi

Βλέπε και: Bussi

Bussi <-s, -s> [ˈbʊsi] SUBST ουδ οικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский