Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „draufkriegen“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

drauf|kriegen VERB αμετάβ

eins draufkriegen οικ (Rüge)
eins draufkriegen οικ (Schläge)

Παραδειγματικές φράσεις με draufkriegen

eins draufkriegen οικ (Rüge)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"draufkriegen" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский